3.9.07

Το ερειπωμένο σπίτι

Τρία πιτσιρίκια κλωτσάνε μια μπάλα έξω από το ερειπωμένο σπίτι. Κάθομαι απέναντι, μασουλώντας σποράκια και τα κοιτάω. Κοιτάω και το ρολόι μου. Έχει αργήσει.
Που και που η μπάλα ξεφεύγει και χώνεται στους θάμνους της αυλής. Τότε τα πιτσιρίκια κοιτιούνται με νόημα κι ένα από αυτά τρέχει όσο πιο γρήγορα μπορεί, παίρνει τη μπάλα και γυρίζει στην ασφάλεια του δρόμου. Χωρίς να ρίξει μια δεύτερη ματιά στο σπίτι.
Έχει αρχίσει να σκοτεινιάζει. Τα σποράκια έχουν σχηματίσει ένα βουναλάκι δίπλα μου. Δεν πρόκειται να έρθει...
Δε φεύγω όμως ακόμα. Μένω λίγο ακόμα εκεί, παρατηρώντας τα παιδιά.
Ένα κρατς κι έπειτα μια περίεργη παγωμάρα επικρατεί. Τα παιδιά έχουν σταματήσει να παίζουν. Η μπάλα έχει ξεφύγει για άλλη μια φορά. Έχει μπει στο σπίτι από το ανοιχτό παράθυρο.
Τα δυο παιδιά αρχίζουν να σκουντάνε το τρίτο. "Είναι η σειρά σου", του λένε. Το παιδί όμως δεν κουνιέται. Συνεχίζουν να το σπρώχνουν. Το σέρνουν σχεδόν μέχρι την καγκελόπορτα της αυλής. Το παιδί γατζώνεται από τα κάγκελα. Βάζει τα κλάματα.
Σηκώνομαι και πλησιάζω. Μπαίνω αποφασιστικά στην αυλή. Τα παιδιά κάνουν δυο βήματα πίσω και παρακολουθούν με κομμένη την ανάσα. Το παιδί που μέχρι πριν λίγο έκλαιγε σκουπίζει τα μάτια του με την ανάστροφη της παλάμης.
Τα ψηλά χόρτα γαργαλάνε τα πόδια μου. Ελπίζω να μην έχει τσουκνίδες.
Κοιτάω το παράθυρο στο οποίο έπεσε η μπάλα. Δεν τη βλέπω. Πρέπει να έχει κυλίσει πιο μέσα. Δοκιμάζω την πόρτα. Είναι κλειδωμένη. Κάθομαι στο περβάζι του παραθύρου και μπαίνω στο σπίτι. Τα παπούτσια μου σηκώνουν ένα σύννεφο σκόνης. Βρίσκομαι σε ένα άδειο δωμάτιο.


Τα μάτια μου σιγά σιγά συνηθίζουν στο μισοσκόταδο του σπιτιού. Η ατμόσφαιρα είναι βαριά. Κλειστοφοβική.
Η μπάλα έχει κυλίσει στο βάθος. Σε ένα δεύτερο δωμάτιο. Προχωράω προς τα εκεί.
Πιάνω τη μπάλα.
Το δωμάτιο είναι κι αυτό άδειο. Σε μια γωνιά ένα μεταλλικό κουτί. Το παίρνω. Το ανοίγω. Φωτογραφίες και χαρτιά. Γράμματα. Μερικές κάρτες. Ένα κομμάτι φιλμ. Το σηκώνω και το κοιτάω στο λιγοστό φως που μπαίνει από το παράθυρο.
Μια παρέα που παίζει με μια μπάλα. Μια μπάλα που πέφτει στο ανοιχτό παράθυρο. Μια κοπέλα που πάει να την πιάσει. Ένα κουτί με φωτογραφίες. Η τελευταία στάση είναι καμμένη.
Ένας μεταλλικός ήχος ακούγεται πίσω μου. Γυρνάω απότομα. Ένας άντρας στέκεται στο άνοιγμα της πόρτας. Στα χέρια του κρατάει μια φωτογραφική μηχανή. Και ξέρω ότι έχει άλλη μια πόζα. Μία τελευταία πόζα...

3 σχόλια:

  1. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Με κάνεις να κοκκινίζω...
    Χαίρομαι που σου άρεσε... Δεν ξέρω τι ακριβώς πρέπει να απαντήσω... (γι αυτό έχω γεμίσει τρεις τελίτσες...)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ανώνυμος23/12/07 07:17

    Αριστα ,Αριστη.. Και τι ωραιο ονομα που εχεις..

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Μια σούπερ ατυχία

Μια φορά και έναν καιρό, όχι πολύ παλιά και όχι πολύ μακριά από εδώ, ζούσε ένα αγόρι, που το έλεγαν Σπύρο. Ο Σπύρος ήταν ένα αγόρι σχεδόν ...