22.8.10

Ο λεκές στα σκαλοπάτια

Τα παιδιά είχαν νοικιάσει ένα σπίτι ούτε τρία τετράγωνα παρακάτω. Ένα ρετιρέ, με απίστευτη βεράντα. Και τόσο κοντά. Θα μπορούσε να τους βλέπει πλέον όσο συχνά ήθελε.
Έτσι και τώρα είχε αποφασίσει να περάσει να πει ένα γεια. Να κάνει ένα διάλειμμα.
Χτύπησε το κουδούνι. Σαν να άργησαν λίγο να ανοίξουν. 13 σκαλοπάτια. Για κάποιο λόγο όλες οι παλιές πολυκατοικίες έχουν συνολικά 13 σκαλοπάτια πριν το ασανσέρ. Και στη δικιά της τόσα είχε.
Στο έβδομο σκαλοπάτι υπήρχε ένας λεκές. Και στο όγδοο. Έμοιαζε με αίμα. Πλησίασε να το δει καλύτερα. Δε μπορεί να ήταν μπογιά. Ήταν όντως αίμα. Μόνο σε αυτά τα δυο σκαλιά. Περίεργο...
- Τι είναι αυτά τα αίματα στα σκαλοπάτια; ρώτησε μόλις μπήκε στο σπίτι.
Κατά βάθος πρέπει να περίμενε να ακούσει καμιά περίεργη, ενδιαφέρουσα ιστορία. Τα παιδιά όμως δεν είχαν ακούσει τίποτε. Ούτε φασαρία, ούτε ασθενοφόρο...



- Μήπως απλά άνοιξε η μύτη κάποιου;
Μα, τόσο αίμα; Σύντομα πάντως ξέχασε και το αίμα και τις ιστορίες που είχε αρχίσει να πλάθει στο μυαλό της. Και δεν το θυμήθηκε παρά όταν έφτασε πια η ώρα να φύγει. Ένας παράξενος φόβος την έπιασε στην ιδέα να αντικρύσει ξανά τα ματωμένα σκαλοπάτια. Ανόητες φοβίες, αλλά αλήθεια είχε ένα κακό προαίσθημα.
Η Βιργινία είτε γιατί το κατάλαβε, είτε απλά από περιέργεια, προθυμοποιήθηκε να κατέβει μαζί της να δει κι αυτή το λεκέ.
Όσο το ασανσέρ κατέβαινε, τόσο αυξάνονταν οι χτύποι της καρδιάς της. Ανάμεσα από τις ξύλινες πόρτες του ασανσέρ έβλεπε τους ορόφους να εναλάσσονται και σαν να περίμενε ένα ποτάμι από αίμα να αρχίσει να χύνεται μέσα στο φρεάτιο.
Προσπαθώντας να σταματήσει να αυθυποβάλλεται άνοιξε την πόρτα του ασανσέρ. Κοίταξε τα σκαλιά. Ήταν καθαρά. Πλησίασε να δει αν υπήρχε κάποιο ίχνος. Δε φαινόταν τίποτε. Ούτε καν τίποτε που να δείχνει ότι τα σκαλιά καθαρίστηκαν πρόσφατα.
- Κάποιος θα τα καθάρισε, μουρμούρισε η Βιργινία.
Δεν υπήρχε νόημα να το αμφισβητήσει. Οι λεκέδες αίματος δεν εξαφανίζονται διά μαγείας.
Γυρνώντας σπίτι εξακολούθησε να πλάθει σενάρια, με αποτέλεσμα να διασχίσει σχεδόν τρέχοντας τα τελευταία μέτρα από το φόβο της. Κι αν υπήρχε αίμα και στα δικά της σκαλοπάτια;
Μέχρι να μπει στο διαμέρισμα και να κλειδώσει την πόρτα πίσω της της είχε κοπεί η ανάσα.
Πέρασε ένα πολύ δύσκολο βράδυ. Γεμάτο εφιάλτες. Κι οι ώρες που πέρασε ξύπνια ήταν ακόμη πιο εφιαλτικές, καθώς φοβόταν και να κινηθεί μέσα στο σκοτάδι του δωματίου.
Στο φως της μέρας όλα αυτά φαίνονταν αρκετά ανόητα, αλλά παρ' όλα αυτά, απέφυγε τις επισκέψεις στα παιδιά εκείνο το Σαββατοκύριακο. Μέχρι τη Δευτέρα.
Ήταν περίπου 11 το βραδυ κι ο δρόμος σχεδόν άδειος. Πηγαίνοντας σκεφτόταν πάλι τα ματωμένα σκαλοπάτια. Ανατρίχιαζε ελαφρά πλάθοντας εικόνες. Μια κοπέλα με ματωμένη μύτη. Ένας άντρας που κουβαλάει ένα σφαγμένο αρνί. Ένα παιδάκι με πληγωμένα γόνατα. Εικόνες συνοδευόμενες από το υπόκωφο πλιτς που κάνουν οι σταγόνες του αίματος όταν προσγειώνονται στο μάρμαρο...
Για κάποιο λόγο ανυπομονούσε να φτάσει στα σκαλιά. Και σχεδόν ήλπιζε να δει τον λεκέ.
Κι ο λεκές ήταν πράγματι εκεί. Στο έβδομο και το όγδοο σκαλοπάτι. Ανοιγόκλεισε τα μάτια αλλά ο λεκές παρέμεινε στη θέση του. Θα έπαιρνε όρκο ότι οι σταγόνες σχημάτιζαν το ίδιο ακριβώς μοτίβο. Ότι ήταν ο ίδιος ακριβώς λεκές. Αλλά αυτό θα ήταν ανοησία.
Ένα νέο ρίγος την έκανε να απομακρυνθεί βιαστικά από τα σκαλιά και να μπει στο ασανσέρ όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Μέχρι να φτάσει στον 5ο είχε κάπως ηρεμήσει.
- Ρε παιδιά, ποιον σφάξανε πάλι στα σκαλιά σας; είπε, καταφέρνοντας να ακουστεί σχεδόν χαλαρή.
Τους είπε ότι πάλι υπήρχαν αίματα στα σκαλιά. Δεν ανέφερε βέβαια τη θεωρία της για το ότι επρόκειτο για τον ίδιο ακριβώς λεκέ. Η βραδιά αναλώθηκε με σουρεαλιστικές sci-fi λύσεις για τον μυστηριώδη λεκέ. Και για τα λοιπά μυστήρια της πολυκατοικίας. Δυστυχώς όμως, για άλλη μια φορά, η μυστηριώδης καθαρίστρια είχε εξαφανίσει τον λεκέ, όπως τους πληροφόρησε η Αργυρώ που ήρθε αργότερα. Πριν προλάβουν να κάνουν τη χημική ανάλυση που συζητούσαν.
Κατά τις τέσσερις το πρωί αποφάσισε ότι ήταν ώρα πια να γυρίσει σπίτι. Κατέβηκε με το ασανσέρ χωρίς ταχυπαλμίες και περίεργες σκέψεις. Και κοίταξε γενναία τα σκαλοπάτια. Κανένας λεκές δεν ήταν εκεί! Ένοιωσε μια ευχάριστη ανακούφιση. Τόσο που άρχισε να κατεβαίνει τα σκαλιά με μικρά πηδηματάκια. Κι εκεί στο όγδοο σκαλί παραπάτησε. Το πόδι της γλίστρησε κι ένοιωσε να πέφτει. Και στα λίγα δευτερόλεπτα που της απέμεναν είδε σαν σε ταινία τον εαυτό της να πέφτει. Και το κεφάλι της να χτυπάει στο όγδοο σκαλοπάτι. Αφήνοντας έναν ματωμένο λεκέ. Που θα έπαιρνε όρκο ότι οι σταγόνες σχημάτιζαν το ίδιο ακριβώς μοτίβο. Τον ίδιο ακριβώς λεκέ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Μια σούπερ ατυχία

Μια φορά και έναν καιρό, όχι πολύ παλιά και όχι πολύ μακριά από εδώ, ζούσε ένα αγόρι, που το έλεγαν Σπύρο. Ο Σπύρος ήταν ένα αγόρι σχεδόν ...